Με μια σκοτεινή εικόνα ο Αρκάς εύχεται καλό μήνα. Με φόντο τις καμένες εκτάσεις της χώρας μας, ο Νοέμβριος κρατάει την ομπρέλα του και αναμένει τις βροχές της εποχής. Όλοι γνωρίζουμε ότι χωρίς τα δάση οι βροχές μπορεί να μην είναι αναζωογόνηση της γης αλλά καταστροφή. Ωστόσο, ο Αρκάς προσθέτειτη λέξη «αγάπη» στις ευχές του, μια λέξη που μπορεί να γιατρέψει πολλές πληγές.
Το καλοκαίρι που πέρασε άφησε ακόμη μία φορά πίσω του μια Ελλάδα «τραυματισμένη» από τις φλόγες. Τα στοιχεία του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) αποτυπώνουν το μέγεθος της καταστροφής από την αρχή της χρονιάς έως τα τέλη Αυγούστου. Από τη Χίο που έχασε περίπου το 15% της έκτασής της μέχρι τα παρθένα δάση του Φενεού που έγιναν στάχτη, οι πυρκαγιές κατέκαψαν συνολικά 468.000 στρέμματα, κατατάσσοντας το 2025 στην 5η θέση ανάμεσα στις πιο καταστροφικές χρονιές της τελευταίας εικοσαετίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΑΑ, φέτος εκδηλώθηκαν οκτώ μεγάλες πυρκαγιές από άκρη σε άκρη της χώρας: Η Αρτα, η Αχαΐα, η Ζάκυνθος, τα Κύθηρα, ο Φενεός, η Κερατέα και η Χίος (δύο φορές) ήταν οι περιοχές που βρέθηκαν στο επίκεντρο της καταστροφής με τις καμένες εκτάσεις -σε αυτές μόνο- να φτάνουν περίπου τα 260.000 στρέμματα.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.document.addEventListener(‘DOMContentLoaded’, function () {lazym2();});
Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέγραψε ιστορικό ρεκόρ καμένων εκτάσεων (άνω των 10 εκατ. στρεμμάτων, σχεδόν τριπλάσιο του μέσου όρου 2006–2024), η Ελλάδα παρέμεινε κάτω από τον δικό της ιστορικό μέσο όρο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, οι συνολικές καμένες εκτάσεις στη χώρα το 2025 εκτιμώνται σε μείωση περίπου 5%, έναντι του ιστορικού μέσου όρου 503.000 στρεμμάτων για την περίοδο 2006–2024, αναφέρει το υπουργείο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία το 2025 έγινε σαφές ότι η κλιματική κρίση δεν περιορίζεται πλέον στη Μεσόγειο. Πυρκαγιές μεγάλης έντασης έχουν εκδηλωθεί και σε κράτη της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, όπου το φαινόμενο ήταν ιστορικά σπάνιο. Στη Γερμανία οι καμένες εκτάσεις αυξήθηκαν κατά περίπου 700% σε σχέση με τον μέσο όρο της προηγούμενης εικοσαετίας, στην Αυστρία κατά 380 %, στη Δανία κατά 250 %, στη Σλοβακία πάνω από 1.200 %, ενώ στη Φινλανδία η αύξηση προσέγγισε το 120 %.

